Χωρίς τον Φίνο ο «παλιός» Ελληνικός κινηµατογράφος δεν θα ήταν ό,τι θεωρούµε σήµερα: αξεπέραστα μοναδικός και διαχρονικός. Αυτή είναι η ιστορία του.
Πρωτοπόρος, οραµατιστής, τελειοµανής. Σε δύσκολες εποχές υπερπήδησε ανυπέρβλητα εµπόδια και εφοδιασµένος µε ελάχιστα µέσα αλλα µε πολύ µεράκι δηµιούργησε µοναδικές ταινίες. Χωρίς αυτόν ο «παλιός» Ελληνικός κινηµατογράφος δεν θα ήταν ό,τι θεωρούµε σήµερα, κλασικός και διαχρονικός. Ο Φιλοποίµην Φίνος ήταν ο άνθρωπος πίσω από τη «Φίνος Φίλµ». Μάς χάρισε 186 ταινίες που, όσες φορές και αν τις ξαναδούµε σε επανάληψη, ποτέ δεν τις βαριόµαστε. Ένα εκπληκτικό έργο ζωής που µέχρι και σήµερα δεν έχει ξαναπαιχτεί στην Ελλάδα.
Ένα παραµύθι σε δύσκολα χρόνια
Η Φίνος Φίλµ έκλεψε λίγη από τη λάµψη του Hollywood σε µια εποχή που η Ελλάδα είχε ανάγκη να ονειρευτεί, γιατί µόνο το παραµύθι την έβγαζε από τη δύσκολη καθηµερινότητα της.
Δηµιούργησε λαµπερούς πρωταγωνιστές, πετυχηµένους σκηνοθέτες, ένα star system από ανθρώπους που πολλοί φοβούνται δικαιολογηµένα πως δεν πρόκειται να ξαναγνωρίσει η χώρα. Ο άνθρωπος, που δηµιούργησε και διηύθυνε µέχρι το τέλος του την εταιρία, ήταν ο Φιλοποίµην Φίνος. Γεννήθηκε το 1907 στην Κάτω Τιθορέα Λοκρίδας. Σπούδασε νοµικά και πολιτικές επιστήµες, αλλά δεν εξάσκησε ποτέ το επάγγελµα, καθώς τον κέρδισε ο κινηµατογράφος, αρχικά ως ηθοποιό κι αργότερα ως σκηνοθέτη και τεχνικό. Ο πατέρας του ήταν γιατρός, αλλά παράλληλα ασχολούταν και µε κινηµατογραφικές επιχειρήσεις και έτσι ο Φιλοποίµην αγάπησε το σινεµά. Το 1928, µόλις τελείωσε µε τις σπουδές του, ανέλαβε τις κινηµατογραφικές αίθουσες του πατέρα του. Μάλιστα, το 1930, ήταν ο πρώτος στον κόσµο, ο οποίος καθιέρωσε τον οµιλούντα κινηµατογράφο σε θερινή αίθουσα, στο Αλκαζάρ, απέναντι από το Σταθµό Λαρίσης. Το 1938 κάνει το πρώτο βήµα για να πραγµατοποιήσει το όνειρό του. Πουλάει όλα του τα υπάρχοντα και ιδρύει τα «Ελληνικά Κινηµατογραφικά Στούντιο» µετατρέποντας στο Καλαµάκι το εξοχικό του πατέρα του σε studios. Την επόµενη χρονιά κάνει την πρώτη του και τελευταία σκηνοθετική του απόπειρα, µε την ταινία «Το τραγούδι του χωρισµού», µε τον Λάµπρο Κωνσταντάρα και την Λήδα Μιράντα στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέµου υπηρετεί στην Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού κινηµατογραφώντας τα κατορθώµατα του ελληνικού στρατού στο µέτωπο. Ακολουθεί η κατοχή και το Μάρτιο του 1943 ιδρύει την Φίνος Φιλµ ύστερα από την καταστροφή των στούντιο που είχε ιδρύσει από τους Γερµανούς. Το 1943 γυρίζεται η πρώτη ταινία της νέας εταιρίας µε τίτλο «Η φωνή της καρδιάς» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Δηµήτρη Ιωαννόπουλου και πρωταγωνιστή τον µεγάλο Αιµίλιο Βεάκη. Τον Ιανουάριο του 1944, ο Φίνος λίγο έλειψε να εκτελεστεί από τους Γερµανούς, αφού συνελήφθη για συµµετοχή στην Αντίσταση. Ευτυχώς, έµεινε κλεισµένος στη φυλακή τέσσερις µήνες και αφέθηκε ελεύθερος. Δεν έγινε το ίδιο όµως και µε τον πατέρα του Γιάννη που εκτελείται από τους κατακτητές, ως «δρών κοµµουνιστής». Λίγο πριν συλληφθεί είχε ξεκινήσει τα γυρίσµατα της ταινίας «Η βίλα µε τα νούφαρα», η οποία ολοκληρώθηκε µετά την απελευθέρωση.
H Τζέλλα Βανάκου κατά τη διάρκεια του µεσοπολέµου ήταν δηµοφιλής τραγουδίστρια. Παντρεύτηκε τον Φιλοποίµην Φίνο και για χάρη του άλλαξε το επίθετό και ολόκληρη τη ζωή της.
Τα πρώτα χρόνια της «Φίνος Φίλµ»
Με το τέλος του πολέµου η Φίνος Φιλµ άνοιξε τους προβολείς της και φώτισε µε ιστορίες στο πανί τις ζωές των Ελλήνων.
Από τη γέννηση της µέχρι το 1960, η µικρή κινηµατογραφική βιοτεχνία του θα µετεξελιχθεί σε κανονική εταιρία κινηµατογραφικών θαυµάτων. Το σύνολο των ταινιών εκείνης της περιόδου χαρακτηρίζεται σήµερα ως µια ηθογραφία της εποχής. Κάτι που δεν µειώνει όµως την αξία των έργων. Και, πώς άλλωστε, όταν µιλάµε για ταινίες όπως οι: «Αγνή του Λιµανιού», «Σωφεράκι», «Ωραία των Αθηνών», «Λατέρνα φτώχεια και φιλότιµο», «Μια ζωή την έχουµε» και πολλές άλλες. Ο Φιλοποίµην σε όλη την ζωή του είχε πάντα τον τελευταίο λόγο σε όλες τις ταινίες που υπέγραφε. Έλεγχε κάθε λέξη στα σενάρια. Περνούσε ώρες δίπλα στο συνεργείο και βέβαια, όποτε έβρισκε την ευκαιρία, έβγαζε το κατσαβίδι και διόρθωνε τις µηχανές που είχαν πρόβληµα. Ο «Κατσαβιδάκιας» ήταν το παρατσούκλι που του είχαν βγάλει για αυτόν τον λόγο. Έκοβε και έραβε τα φιλµ στη µονταζιέρα στα τελικά στάδια της παραγωγής. Ήταν ο πρώτος θεατής των ταινιών του και όποτε δεν του άρεσε κάτι «κορνάριζε» όπως έλεγαν αστειευόµενοι χαρακτηριστικά οι φίλοι και συνεργάτες του.
Ο Φιλοποίµην Φίνος την χρυσή εποχή του Ελληνικού κινηµατογράφου, µαζί µε µια από τις αγαπηµένες του πρωταγωνίστριες, την Ζωή Λάσκαρη.
Η χρυσή δεκαετία του Ελληνικού κινηµατογράφου
Από τις αρχές της δεκαετίας του 60 έως τους πρόποδες των 70’s αρχίζει να γίνεται πιο µαζική η παραγωγή µεγάλων επιτυχιών και µαζί έρχεται η καθιέρωση στο κοινό.
Τότε η κινηµατογραφική παραγωγή περνάει σε επίπεδα βιοµηχανίας. Η ζήτηση νέων ταινιών στις αίθουσες διαρκώς αυξάνεται. Γυρίζει δυνατά δράµατα όπως η «Στεφανία», το «Γυµνοί στο δρόµο» και ο «Κατήφορος». Ρίχνει λεφτά στο θέαµα µε τα µιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη. Καθιερώνει πρωταγωνιστές σε αστέρες πρώτου µεγέθους µε υψηλό κασέ όπως η Αλίκη Βουγιουκλάκη, ο Δηµήτρης Παπαµιχαήλ, η Ζωή Λάσκαρη, η Τζένη Καρέζη, η Ρένα Βλαχοπούλου, ο Αλέκος Αλεξανδράκης, η Μάρθα Καραγιάννη, η Γεωργία Βασιλειάδου, ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, η Άννα Καλουτά, ο Βασίλης Αυλωνίτης, ο Λάµπρος Κωνσταντάρας, η Ειρήνη Παπά, ο Θανάσης Βέγγος και πολλοί άλλοι. Γυρίζονται οι πιο γνωστές σήµερα ταινίες του. Δηµιουργεί µόδα και στυλ. Είναι µια εποχή που στον τοµέα της τέχνης η Ελλάδα βρίσκεται σε µία δηµιουργική ευφορία. Από τα στούντιο της Φίνος πέρασε πλήθος δηµιουργών γυρίζοντας τις ταινίες τους. Στον ίδιο χώρο θα παρελάσουν τα περισσότερα ονόµατα των µουσικών της µεταπολεµικής Ελλάδας. Λάτρης της τέχνης του σινεµά ο Φιλοποίµην ήξερε καλά πως, για να δέσεις εικόνα µε ήχο, χρειάζεται απαραιτήτως µουσική. Αρκετά από τα soundtrack είναι σπάνια αφού την εποχή εκείνη οι εταιρίες δεν ενδιαφέρονταν και τόσο για το µετρηµένο εναλλακτικό ακροατήριο των soundtrack. Δεν υπήρχε και η ζήτηση που στο εξωτερικό θεωρούταν δεδοµένη. Η λίστα µε τα ονόµατα των συνθετών της Φίνος Φιλµ είναι τεράστια. Ξεκίνησε µε τον Γιαννίδη, τον Μουζάκη και τον Σουγιούλ, τις δόξες της επιθεώρησης και του ελαφρού τραγουδιού. Στη συνέχεια όµως και όσο η εταιρία καθιερώνεται στη συνείδηση του κόσµου δοκιµάζει και αναδεικνύει νέα ταλέντα που θα καθιερωθούν στον χώρο. Από τους πιο σπουδαίους σε αυτόν τον τοµέα ο Κώστας Καπνίσης. Σπουδαία η δουλειά του σε ταινίες όπως ο «Κατήφορος» και η «Υπολοχαγός Νατάσα». Από τα ονόµατα που µέσα στη δεκαετία του ’60 πρωταγωνιστούν στη Φίνος µε την µουσική δουλειά τους είναι ο Μίµης Πλέσσας. Η µουσική του αποτελεί σε αρκετές περιπτώσεις το σήµα κατατεθέν της εταιρίας καθώς υπήρξε µέχρι τέλους από τους πιο πιστούς συνεργάτες του Φίνου. Όµως κανένας µουσικός δεν έπαιξε καθοριστικότερο ρόλο στις ταινίες της Φίνος Φιλµ όσο ο Μάνος Χατζιδάκις. Υπήρξε από τους στυλοβάτες στα βήµατα της καθιέρωσής της στο χώρο του σινεµά. Ο ίδιος είδε την εµπειρία αυτή κάτι σαν πρακτική πάνω στη µουσική του σινεµά γράφοντας πολύ όµορφες µελωδίες, οι οποίες αγαπήθηκαν επίσης και από το ευρύ κοινό των ταινιών.
Τρείς µεγάλοι άντρες του παλιού καλού Ελληνικού κινηµατογράφου: Ο σκηνοθέτης – σεναριογράφος Αλέκος Σακελλάριος, ο Φιλοποίµην Φίνος και ο σκηνοθέτης Γιώργος Τζαβέλας
Η αρχή του τέλους
Τη δεκαετία του 70 η µεγάλη ακµή των προηγούµενων χρόνων δίνει τη θέση της σε έναν άνισο αγώνα για επιβίωση.
Τα χρόνια της χούντας και το νέο βαρύ πολιτικό κλίµα επηρεάζουν ποιοτικά και οικονοµικά την Φίνος φίλµ. Η στάθµη αρχίζει να κατεβαίνει και η µαζική παραγωγή δεν φέρνει και καλύτερες ταινίες. Οι ακριβοί αστέρες, που ο ίδιος ο Φίνος έφτιαξε, για να πλασάρει το προϊόν του, αρχίζουν να τον προδίδουν. Η µαζική παραγωγή ταινιών αρχίζει να µειώνεται. Η ποιότητα βέβαια των παραγωγών δεν αλλάζει. Το 1971 η επιτυχία της «Υπολοχαγού Νατάσσας», η οποία έκοψε τότε 751.117 εισιτήρια, δίνει µια µικρή ελπίδα στην εταιρία ότι κάτι µπορεί να αλλάξει. Τότε είχε ιδρύσει στην Παιανία τα µεγαλύτερα και τα πιο σύγχρονα στούντιο των Βαλκανίων. Παρ΄ όλη την επιτυχία όµως η εποχή απεδείχθη περίεργη. Το εκρηκτικό πολιτικό κλίµα και η µεταπολίτευση στη συνέχεια δεν βοηθούν. Άλλωστε η Φίνος Φιλµ δηλώνεται στη συνείδηση της διανόησης και της αριστεράς ως κοµµάτι της παλιάς κατάστασης, του συντηρητισµού. Αυτό φανερώνεται και από την υποδοχή των ταινιών της Φίνος Φιλµ στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Ο Β΄ εξώστης µε το που βλέπει το σήµα της εταιρίας µε τα δυο F έριχνε γιούχα. Αυτό βέβαια αποτελεί µεγάλη παρεξήγηση για έναν άνθρωπο που ουδέποτε έδειξε ότι προτιµά το ένα ή το άλλο κόµµα, ή ακόµα ότι του αρέσει να διαλέγει ανάµεσα σε βασιλιά, χούντα ή δηµοκρατία. Γιατί ο Φιλοποίµην Φίνος στο µόνο πράµα που δήλωνε πίστη ήταν το σινεµά. Το 1977 βγήκε στις αίθουσες η τελευταία ταινία του. Ο σκηνοθέτης Γιάννης Δαλιανίδης δεν κατάφερε µε το «Ο κυρ-Γιώργης εκπαιδεύεται» να αποφέρει τα προσδοκώµενα, αν και είχε πρωταγωνιστή τον εξαιρετικό Διονύση Παπαγιαννόπουλο. Αυτή ήταν η «ταφόπλακα» της ήδη χρεωκοπηµένης Φίνος Φιλµ. Εκείνη την εποχή η τηλεόραση εµφανιζόταν δυναµικά στο προσκήνιο. Κάποιοι από τους συνεργάτες του, τον παρότρυναν να εκµεταλλευτεί τις άρτιες τεχνικά εγκαταστάσεις τους και να ασχοληθεί µε τηλεοπτικές παραγωγές. Όµως ο Φιλοποίµην αρνούταν πεισµατικά, απεχθανόνταν την µικρή οθόνη. Την θεώρησε τον µεγάλο εχθρό του, αυτή που έδιωξε τον κόσµο από τις σκοτεινές αίθουσες. «Εγώ ποτέ δε θα κάνω τηλεόραση», δήλωνε κατηγορηµατικά κι αυτή τη συνεπή του στάση, την πλήρωσε λίγο αργότερα µε χρεωκοπία. Στις 26 Ιανουαρίου του 1977, ο Φιλοποίµην Φίνος ταλαιπωρηµένος από επτάχρονη αρρώστια, αποχώρησε από την ζωή. Άφησε πίσω του όµως µια εξαιρετική κληρονοµιά, το έργο του. Ήταν ένα σύνθετο φαινόµενο, ένας συνδυασµός οξυδέρκειας και αµείωτου πάθους, ένας άρτιος κινηµατογραφιστής και σωστός επαγγελµατίας. Ήταν πάντα πιστός και συνεπής στους στόχους του ως δηµιουργός. Ήταν άνθρωπος µε καλοσύνη και ήθος σύµφωνα µε όσους τον είχαν ζήσει. Ένας αγαπητός δάσκαλος που πάντα φρόντιζε τους «µαθητές – συνεργάτες» του. Ένας δάσκαλος που δύσκολα θα βρεθεί κάποιος αντάξιος του να αναπληρώσει το κενό που άφησε πίσω του. Ήταν ένας αυθεντικός εραστής του σινεµά, όπως το καταλάβαινε εκείνος, και πέθανε µαζί του. Όπως όλοι οι µεγάλοι ονειροπόλοι, οι µεγάλοι οραµατιστές, οι επί της ουσίας παθιασµένοι δηµιουργοί. Μαζί του και η Φίνος φίλµ πέρασε στην ιστορία.
Ο Φιλοποίµην Φίνος σε δύο διαφορετικά στάδια της ζωής του.
Είπαν για εκείνον
«Αυτό ήταν ένα µυστήριο. Έκανε τις πιο εµπορικές ταινίες και ήταν πάντα χρεωµένος».
Γιάννης Δαλιανίδης
«Τον εκµεταλεύονταν οι άνθρωποι. Δανειζόταν από τους υπαλλήλους του χρήµατα για να τελειώσουν. Δεν τον ενδιέφεραν τα χρήµατα τον Φίνο. Τον ενδιέφερε να έχει χρήµατα για να βάζει σε ταινίες. Δεν τον ενδιέφερε να πάρει χρήµατα από το κράτος. Ο Καραµανλής τού είχε προτείνει να τον βοηθήσει. Όµως ο Φίνος ήθελε να έχει όχι µόνο το βέτο, αλλά και το ρίσκο».
Αλίκη Βουγιουκλάκη
Backstage
Μέχρι την εποχή που γυρίστηκε η ταινία «Μια ζωή την έχουµε» τα στούντιο του Φίνου στους Αγίους Αναργύρους δεν είχαν τουαλέτα. Φτιάχτηκε µια ειδικά για την Υβόν Σανσόν. Λίγο µετά γυρίστηκε και η ταινία «Η θεία από το Σικάγο». Σε ένα διάλειµµα των γυρισµάτων ο Ορέστης Μακρής, µη γνωρίζοντας το γεγονός πως πλέον είχαν τουαλέτα, πήγαινε προς τα χωράφια. Όταν του φώναξαν πως πλέον δεν είναι ανάγκη εκείνος είπε: «Μα καλά. έπρεπε να έρθει αυτή η …, για να κ… σαν άνθρωποι;» Τα κανάτια στην ταινία πέταγε ο ίδιος ο Αλέκος Σακελλάριος. Μία από τις κόρες ήταν να υποδειθεί η Βουγιουκλάκη, αλλα αρνήθηκε. Λέγετε πως ο Φίνος είχε πει «Αυτή δεν θα ξαναπατήσει εδώ!».
Η κλασική πλέον «Η κυρά µας η µαµµή» αρχικά είχε πατώσει εισπρακτικά.
Τα τραγούδια από τη ταινία «το ξύλο βγήκε από το παράδεισο» έγιναν η αφορµή για να δοθεί στην Ελλάδα ο πρώτος χρυσός δίσκος.
Τρείς µέρες στο σχοινιά κράτησαν τα γυρίσµατα για τη σκηνή «νιάου νιάου βρε γατούλα».
Τον ρόλο της πρωταγωνίστριας στο «ο κατήφορος» ήταν να πάρει η Αλίκη Βουγιουκλάκη, αλλα αρνήθηκε γιατί υποστήριξε πως δεν ταιριάζει στο προφίλ της. Ετσι έκανε το ντεµπούτο της η Ζωίτσα Κουρούκλη, που δυο χρόνια πριν είχε βγεί «Στάρ Ελλάς». Μόνο που χρειάστηκε να αλλάξει το επώνυμό της σε Λάσκαρη…
Η ταινία «Αλίκη» το 1963 ήταν η µοναδική παραγωγή της Βουγιουκλάκη και του Φίνου µε διεθνές καστ και τεχνικούς. Πήγε άπατη… Αν δεν τη γνωρίζετε είναι λογικό.
Στη σκηνή του χορευτικού µε την σχεδόν ολόγυµνη Μάρθα Καραγιάννη στην ταινία «Οι κληρονόµοι», ο Δαλιανίδης κόλλησε τα µικροσκοπικά φτεράκια στο στήθος και το εφηβαίο της.
Η µοναδική ταινία όπου γυρίστηκαν δυο διαφορετικά φινάλε ήταν «Η Στεφανία». Μία µε καλό τέλος, που µπήκε στις προβολές της επαρχίας και µια µε κακό, για την πρώτη προβολή της. Τελικά επικράτησε, ως γνωστόν, η δεύτερη.
Στη ταινία «Κονσέρτο για πολυβόλα» γνωρίστηκαν και ερωτεύθηκαν η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος.
Αρχικά ο Νίκος Φώσκολος πρότεινε κατά τη διάρκεια κουβέντας του µε τη Βουγιουκλάκη να παίξει την «Υπολοχαγό Ναυσικά». Εκείνη όµως είπε: «Οχι, Νατάσα τη λένε».
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε αρκετές φορές εγκαταλείψει τη Φίνος Φίλµ. Αλλά πάντα γύριζε στην αγκαλιά του Φιλοποίµην Φίνου.
Οι µεγαλύτερη επιτυχία της Φίνος Φίλµ.
1971-1972. Η «Υπολοχαγός Νατάσσα» µέχρι το πρόσφατο «Safe Sex» κατείχε το ρεκόρ εισπράξεων στην Ελλάδα. Όταν είχε προβληθεί έκοψε 751.117 εισιτήρια.
Πρώτες σε εισιτήρια ήρθαν οι ακόλουθες 18 ταινίες της «Φίνος Φιλµ»:
1948 – 1949. «Χαµένοι άγγελοι». 107.508. Πρώτη ανάµεσα σε 8 της ίδιας χρονιάς.
1949 – 1950. «Ο µεθύστακας». 304.438. Πρώτη ανάµεσα σε 7 της ίδιας χρονιάς.
1952 – 1953. «Το σωφεράκι». 190.589. Πρώτη ανάµεσα σε 22 της ίδιας χρονιάς.
1956 – 1957. «Το αµαξάκι». 138.620. Πρώτη ανάµεσα σε 30 της ίδιας χρονιάς.
1957 – 1958. «Η θεία απ΄ το Σικάγο». 142.459. Πρώτη ανάµεσα σε 28 της ίδιας χρονιάς.
1958 – 1959. «Αστέρω». 139.501. Πρώτη ανάµεσα σε 45 της ίδιας χρονιάς.
1959 – 1960. «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο». 239.530. Πρώτη ανάµεσα σε 52 της ίδιας χρονιάς.
1960 – 1961. «Η Αλίκη στο ναυτικό». 213.409. Πρώτη ανάµεσα σε 58 της ίδιας χρονιάς.
1961 – 1962. «Κατήφορος». 161.331. Πρώτη ανάµεσα σε 68 της ίδιας χρονιάς.
1962 – 1963. «Μερικοί το προτιµούν κρύο». 212.247. Πρώτη ανάµεσα σε 82 της ίδιας χρονιάς.
1963 – 1964. «Κάτι να καίει». 660.791. Πρώτη ανάµεσα σε 92 της ίδιας χρονιάς.
1964 – 1965. «Κορίτσια για φίληµα». 619.236. Πρώτη ανάµεσα σε 93 της ίδιας χρονιάς.
1965 – 1966. «Ραντεβού στον αέρα». 617.423. Πρώτη ανάµεσα σε 101 της ίδιας χρονιάς.
1968 – 1969. «Η αρχόντισσα και ο αλήτης». 750.000. Πρώτη ανάµεσα σε 108 της ίδιας χρονιάς.
1969 – 1970. «Η δασκάλα µε τα ξανθά µαλλιά». 739.001. Πρώτη ανάµεσα σε 99 της ίδιας χρονιάς.
1972 – 1973. «Η Μαρία της σιωπής». 202.403. Πρώτη ανάµεσα σε 64 της ίδιας χρονιάς.
1975 – 1976. «Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας». 248.982. Πρώτη ανάµεσα σε 38 της ίδιας χρονιάς.
Η ταινία που έκοψε τα λιγότερα εισιτήρια: «Οι παράνοµοι» του Νίκου κούνδουρου το 1958. Ήταν µόνο 13.364…
Ο Φιλοποίµην Φίνος ελέγχει σχολαστικά µια µποµπίνα κατά τη διάρκεια του µοντάζ, µαζί µε το σκηνοθέτη Νίκο Ζερβό.
Ένας φίνος άνθρωπος του κινηµατογράφου
Μικρές αλλά σηµαντικές λεπτοµέρειες από την κινηµατογραφική πορεία του Φιλοποίµην Φίνου.
Ο µεγάλος αυτός κινηµατογραφάνθρωπος έδωσε ώθηση στην σταδιοδροµία της Ειρήνης Παπά. Απέρριπτε όµως διαρκώς την Μελίνα Μερκούρη γιατί πίστευε πως δεν µπορεί να κάνει καριέρα στο σινεµά επειδή είχε µεγάλο στόµα. Κάθε µεγάλος άνδρας έχει δικαίωµα στα λάθη του…
Κέρδισε δύο υποψηφιότητες για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, το 1962 µε την «Ηλέκτρα» του Μιχάλη Κακογιάννη και το 1965 µε «Το χώµα βάφτηκε κόκκινο» του Βασίλη Γεωργιάδη.
Στο Φεστιβάλ Κινηµατογράφου Θεσσαλονίκης οι ταινίες του που διακρίθηκαν ήταν το 1962 η «Ηλέκτρα» µε το βραβείο καλύτερης ταινίας, το 1967 ο «Πυρετός στην άσφαλτο» του Ντίνου Δηµόπουλου µε το βραβείο αρτιότερης παραγωγής και το 1970 ο «Αστραπόγιαννος» του Νίκου Τζήµα.
Ο Φίνος εισήγαγε όρους του διεθνές «star system» το 1953. Με αφορµή την πρωταγωνιστική συµµετοχή του Μίµη Φωτόπουλου στο «Σωφεράκι», συντάχθηκε το πρώτο Ελληνικό συµβόλαιο συνεργασίας µακράς διαρκείας. Η πενταετής ισχύς του ανέτρεψε τα µέχρι τότε δεδοµένα και ανήγαγε τον ηθοποιό σε βασικό σταρ της εταιρίας.
Η «Αστέρω» των αδελφών Γαζιάδη και η «Μαρία Πενταγιώτισσα» του Αχιλλέα Μαδρά κυκλοφόρησαν την περίοδο του βουβού κινηµατογράφου. Με την «Γκόλφω» της Φίνος Φιλµ όµως το 1955 υπήρξε µια εντυπωσιακή αναβίωση του είδους, σηµειώνοντας τεράστια εισπρακτική επιτυχία και δίνοντας την ώθηση σε άλλους παραγωγούς να ασχοληθούν συστηµατικότερα. Χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί ο «Αγαπητικός της βοσκοπούλας» που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά σε τρεις εκδοχές, στην έγχρωµη παραγωγή του Φίνου και σε δύο ασπρόµαυρες.
Έκανε το πρώτο sequel. Η «ασυνέχεια» των ελληνικών ταινιών απέκτησε συνέχεια, τόσο στην αφήγηση µιας ιστορίας όσο και στην εξέλιξη των χαρακτήρων της, µε δύο ταινίες της Φίνος Φιλµ. Πρόκειται για το «Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο» το 1955 και το «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιµο», που ακολούθησε δύο χρόνια αργότερα.
Με τον σατιρικό εφιάλτη «Οι Γερµανοί ξανάρχονται» το 1948 εγκαινιάστηκε από τον Φίνο µια τάση, που αργότερα θα γνώριζε µεγάλη εξάπλωση. Να µεταφέρονται, δηλαδή, στην οθόνη θεατρικά έργα που γνώρισαν επιτυχία, µε προφανή σκοπό την επανάληψη των εισπράξεων.
Κατασκεύασε ο ίδιος το πρώτο ηχοληπτικό µηχάνηµα στην Ελλάδα και γύρισε το 1964 την ταινία «Κορίτσια για φίληµα». Ηταν η πρώτη Ελληνική στερεοφωνική ταινία. Και όλα αυτά χωρίς να στηριχτεί σε κρατική στήριξη ή επιχειρηµατικό φορέα.
Εκτός από γνώστης της άρτιας φωνοληψίας, ο Φίνος έδωσε ιδιαίτερη προσοχή στην ποιότητα στα κινηµατογραφικά ντεκόρ, στα εφέ και στο χρώµα της φωτογραφίας. Μέχρι τότε το φλου αποτελούσε συνήθη κατάσταση στις ελληνικές ταινίες.
Ήταν δαιµόνιος εφευρέτης. Πρώτος στην Ελλάδα κατασκεύασε µηχάνηµα για να γίνεται εγγραφή του ήχου πάνω στο φιλµ µε λυχνίες παλλόµενου φωτός, κατασκευάζοντας γι’ αυτό, ειδικούς κινητήρες.
Μια καλλιτεχνική επιτυχία δεν είναι κατ’ ανάγκην και εµπορική και αντίστροφα. Ο Φίνος γεφύρωσε το χάσµα. Η ποιότητα του επιβραβεύθηκε συµµετέχοντας σε διεθνή κινηµατογραφικά φεστιβάλ. Όπως µε το φεστιβάλ Καννών το 1950. Εκπροσώπησε την Ελλάδα µε την «Τελευταία αποστολή», για να ακολουθήσει το φεστιβάλ Βενετίας του 1956 µε τον «Δράκο».
Η πρώτη έγχρωµη ταινία του Φίνου αλλά και της Αλίκης ήταν η «Η αλίκη στο ναυτικό» το 1955.
Στην «Αγνή του λιµανιού» έκανε µια σύντοµη όσο και µοναδική εµφάνιση στην οθόνη ο Μάνος Χατζιδάκης, ως πιανίστας στο καµπαρέ που δούλευε η ηρωίδα του τίτλου.
Το 1930, ήταν ο πρώτος στον κόσµο, ο οποίος καθιέρωσε τον οµιλούντα κινηµατογράφο σε θερινή αίθουσα, στο Αλκαζάρ, απέναντι από το Σταθµό Λαρίσης.